- ῥοδόσταγμα
- ῥοδόσταγμαextract of roses prepared with honeyneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ροδόσταγμα — το / ῥοδόσταγμα, ΝΑ, και ροδόσταμα και ροδόσταμο, Ν νεοελλ. 1. παράλληλο παράγωγο τής απόσταξης τών ρόδων κατά την παραλαβή τού ροδελαίου, με πολύ γλυκό άρωμα, που χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία, ζαχαροπλαστική κ.ά., αλλ. ροδόνερο 2. διάλυμα… … Dictionary of Greek
ῥοδοσταγμάτων — ῥοδόσταγμα extract of roses prepared with honey neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥοδοστάγμασιν — ῥοδόσταγμα extract of roses prepared with honey neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥοδοστάγματα — ῥοδόσταγμα extract of roses prepared with honey neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥοδοστάγματι — ῥοδόσταγμα extract of roses prepared with honey neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥοδοστάγματος — ῥοδόσταγμα extract of roses prepared with honey neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
родостама — розовая вода , Аввакум 333, др. русск. радостома (Хож. Игн. Смольн. 8). Из ср. греч. ῥοδόσταμα от греч. ῥοδόσταγμα; см. Фасмер, Гр. сл. эт. 165 … Этимологический словарь русского языка Макса Фасмера
родостама — @font face {font family: ChurchArial ; src: url( /fonts/ARIAL Church 02.ttf );} span {font size:17px;font weight:normal !important; font family: ChurchArial ,Arial,Serif;} (ῥοδόσταγμα) розовая вода, употребляемая при освящении… … Словарь церковнославянского языка
οινορρόδινον — οἰνορρόδινον, τὸ (ΑΜ) μίγμα από οίνο και ροδόσταγμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < οἶνος + ῥόδινος (< ῥόδον)] … Dictionary of Greek
ροδοκάνι — το, Ν δοχείο με διάτρητο πώμα για ραντισμό με ροδόσταγμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ρόδο + κανί «ραντιστήρι»] … Dictionary of Greek